- εξωθώ
- εξώθησα, εξωθήθηκα, μτβ.1. ωθώ προς τα έξω, διώχνω σπρώχνοντας.2. μτφ., παρορμώ, παρακινώ, προτρέπω.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
εξωθώ — εξωθώ, εξώθησα βλ. πίν. 73 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
εξωθώ — (AM ἐξωθῶ, έω) [ωθώ] 1. ωθώ προς τα έξω, διώχνω βίαια 2. ωθώ κάποιον σε κάποια πράξη, παρακινώ («τόν εξώθησε στο έγκλημα») αρχ. μσν. εξορίζω, εκτοπίζω μσν. 1. αποτάσσω, καθαιρώ 2. παραμελώ αρχ. 1. (για γιατρό) τραβώ προς τα έξω 2. μετατοπίζω 3.… … Dictionary of Greek
ἐξωθῶ — ἐξωθέω thrust out pres subj act 1st sg (attic epic doric) ἐξωθέω thrust out pres ind act 1st sg (attic epic doric) ἐξωθέω thrust out pres subj act 1st sg (attic epic doric) ἐξωθέω thrust out pres ind act 1st sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προεκκρούω — Α εξωθώ, εκδιώκω προηγουμένως («προεκκρούσας τοὺς κατέχοντας τὸν λόφον», Θεμίστ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἐκκρούω «εξωθώ, εκβάλλω»] … Dictionary of Greek
υπεξωθώ — έω, Α [ἐξωθῶ] εξωθώ ανεπαίσθητα … Dictionary of Greek
έξωση — η (AM ἔξωσις) [εξωθώ] βίαιη αποβολή ή εκδίωξη μσν. νεοελλ. (για ηγεμόνες και αρχιερείς) εκθρόνιση νεοελλ. 1. αποβολή τού μισθωτή από ακίνητο με δικαστική απόφαση 2. απέλαση αλλοδαπών αρχ. (για μέλη τού σώματος) εξάρθρωση … Dictionary of Greek
έξωσμα — ἔξωσμα, το (Α) [εξωθώ] εκδίωξη … Dictionary of Greek
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek
ακονώ — ( άω) (Α ἀκονῶ) 1. ακονίζω, τροχίζω 2. προκαλώ, εξωθώ, εξάπτω φρ. «ἠκόνησαν ὡς ρομφαίαν τὰς γλώσσας αὐτῶν» (ΠΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκόνη. ΠΑΡ. ακονητής αρχ. ἀκόνησις μσν. νεοελλ. ακονίζω νεοελλ. ακόνημα] … Dictionary of Greek
απέλλα — H συνέλευση των αρχαίων Σπαρτιατών που γινόταν κάθε πανσέληνο, στον χώρο μεταξύ Βαβύκας και Κνακίωνα. Καθιερώθηκε από ρήτρα του Λυκούργου, περίπου το 800 π.Χ. * * * ἀπέλλα, η (Α) «εκκλησία του δήμου», συνέλευση του λαού στη Σπάρτη. [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ.… … Dictionary of Greek